Συγκροτημένη, φιλόδοξη και αρκετά δημιουργική, η Σοφία Κατσίγιαννη, συμμετέχει στα κοινά, αφού της αρέσει να προσφέρει στους συνανθρώπους της ως δημοτική σύμβουλος του Δήμου Διονύσου. Η συνάντηση μαζί της, ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα αφού γνωρίσαμε μια γυναίκα, προσγειωμένη και ενημερωμένη για όλα. Οι επιλογές της, δείχνουν μια ιδιαίτερη προσέγγιση των πραγμάτων, με ιδιαίτερο βάρος σε αξίες και ιδανικά. Η αισθητική που αποπνέει, είναι μοναδική.
Πως προέκυψε η ενασχόληση σου με τη Νομική Επιστήμη;
Η Νομική Επιστήμη πάντα μου κέρδιζε το ενδιαφέρον ως η πιο απτή και πρακτική έκφραση των θεωρητικών επιστημών. Η καθημερινότητα μου στην εφηβική ηλικία αποτέλεσε το τελικό κέντρισμα της επιστημονικής μου αυτής κατεύθυνσης. Συνειδητοποίησα τότε ότι η συνύπαρξη στην κοινωνία προϋποθέτει όρια ανάμεσα στους πολίτες και σαφή καθορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών τους απέναντι στην Πολιτεία.
Το περιεχόμενο δε των σπουδών μου στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών αποτέλεσε φυσικά το καθοριστικό ερέθισμα, να επικεντρώσω το επιστημονικό μου ενδιαφέρον στον ειδικότερο τομέα της Νομικής Επιστήμης εκείνο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σήμερα ο ειδικότερος αυτός τομέας της Νομικής Επιστήμης έχει αναχθεί σε νευραλγικό εργαλείο ρύθμισης των οξύτατων θεμάτων που έχουν προκύψει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο από τις ανθρώπινες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές. Θέματα βέβαια που κρατούν ζωντανό και ενισχύουν σημαντικά το περαιτέρω ενδιαφέρον μου για την επιστήμη αυτή.
Τι είναι αυτό που σε ενοχλεί στους συνανθρώπους σου;
Βασικά τίποτα δεν θα έπρεπε να μας ενοχλεί στους συνανθρώπους μας υπό την έννοια ότι καθένας μας κάτι έχει να δώσει στην κοινωνία μικρό ή μεγάλο, σημαντικό ή ασήμαντο.
Πάντως, προσεγγίζοντας την ερώτηση με θετική ματιά θα ήθελα από τους συνανθρώπους μας, από εμάς, συλλογικότητα ή περισσότερη συλλογικότητα, ομαδικότητα στην προσπάθεια και συναντίληψη στο τι σχολείο θέλουμε, αν θέλουμε πεζοδρόμιο κατά τον προορισμό του, δηλαδή μόνο για τον πεζό, στο ότι θέλουμε δρόμο ασφαλή για εμάς και τα παιδιά μας, «πράσινο» στην πόλη που ζούμε ή ακόμα και τι σεβασμό επιφυλάσσουμε για το «πράσινο». Με δυο λόγια θα ήθελα να είμαστε όλοι μας «εμείς» και όχι «εγώ». Είναι χρήσιμο να καταλάβουμε ότι το Κράτος, ο δρόμος, το πεζοδρόμιο, το σχολείο ανήκουν σε εμάς τους ίδιους και πρέπει να προστατεύσουμε τις δομές αυτές που εξυπηρετούν και προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο. Εγωιστικές συμπεριφορές που αποσκοπούν μόνο στο προσωπικό όφελος, νομίζω καθρεφτίζουν το βυθό της παθογένειας της ελληνικής κοινωνίας. Μια υψηλή αίσθηση συλλογικότητας θα αναβάθμιζε το κοινωνικό μας επίπεδο.
Αν σου γινόταν μια πολύ καλή επαγγελματική πρόταση από το εξωτερικό, θα εγκατέλειπες μόνιμα την πατρίδα σου;
Η πραγματοποίηση μέρους των σπουδών μου στο εξωτερικό, όπως και η επαγγελματική μου απασχόληση για ορισμένο χρονικό διάστημα εκεί, ασφαλώς και με έχουν εφοδιάσει με κριτήρια ικανά να κάνω την πρέπουσα επαγγελματική επιλογή και να σταθμίσω με επάρκεια τις σχετικές παραμέτρους. Για μένα, όμως, δεν είναι ζήτημα στάθμισης ούτε το γαλάζιο του ουρανού της χώρας μας ούτε το μπλε των θαλασσών μας. Πολύ δε περισσότερο δεν είναι θέμα στάθμισης η αύρα της κλασσικής αρχαιότητας και το πνεύμα των φιλοσόφων μας που σφράγισε τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και αναδύεται από άκρη σε άκρη του ελληνικού χώρου, του οποίου έχω επιλέξει και θα επέλεγα σε κάθε περίπτωση για την επαγγελματική ή όποια δραστηριότητα μου. Πάντα η καρδιά μου χτυπούσε και χτυπάει πιο δυνατά στην Ελλάδα.
Πως προέκυψε η ενασχόλησή σου με τα «κοινά»;
Δεν είχα ποτέ φανταστεί ότι θα ασχοληθώ με τα κοινά, ωστόσο πάντα μου άρεσε να προσφέρω στους ανθρώπους γύρω μου. Η διάθεση δοτικότητας στον τόπο μου, είτε υπό τη στενή εκδοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης της περιοχής που ζω και αναπτύσσω τις καθημερινές δραστηριότητες μου, είτε υπό την ευρύτερη εκδοχή της ανοικτής σήμερα κοινωνίας, ήταν εκείνη που με οδήγησε σε κοινές δράσεις για το περιβάλλον, την παιδεία, τον άνθρωπο και κυρίως τα άτομα από ευπαθείς κοινωνικά ομάδες.
Αυτή ακριβώς η διεργασία έχει ως κατάληξη την εκλογή μου ως Δημοτικής Συμβούλου του Δήμου Διονύσου και τη συνέχιση της προσφοράς μου ως Εντεταλμένης Συμβούλου Εθελοντισμού του Δήμου αυτού, δράσεις που ακούραστα και με αίσθημα συνευθύνης συνεχίζω και σήμερα με πολλούς άξιους και ευαίσθητους στη συνεισφορά συμπολίτες μας.
Ποιο νομίζετε ότι είναι το πιο δύσκολο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Περιφέρεια Αττικής αυτή τη στιγμή;
Όταν αναφερόμαστε στην «Περιφέρεια Αττικής» συχνά κάνουμε το λάθος να εννοούμε το λεκανοπέδιο της Αττικής. Η Περιφέρεια Αττικής υπό τη σύγχρονη διοικητική οντότητα, από την αρχαιότητα ακόμη αποτέλεσε σημαντικό κομμάτι του ελλαδικού χώρου. Από το Σούνιο μέχρι τα Μέγαρα και από το Μαραθώνα ή τη Βραυρώνα μέχρι και το Λαύριο ήταν και παραμένει το λίκνο του πολιτισμού και των επιστημών.
Ταυτόχρονα κατέχει ιδιαίτερη γεωστρατιγική θέση στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Νότιοανατολική Ευρώπη γενικότερα.
Υπό το πρίσμα αυτό η στασιμότητα της οικονομίας της θα μπορούσε να ειπωθεί ότι συνιστά το πιο δύσκολο πρόβλημά της. Διότι, χωρίς την επίλυσή του, τομείς, όπως η ανάπτυξη των μεταφορών σε συγκεκριμένες ανταγωνιστικές βάσεις, η ανάπτυξη και καθιέρωση του τουρισμού σε παγκόσμιο αρχαιολογικό προορισμό, η αναγνώριση στην αγορά των αγαθών της αττικής γης ως προϊόντων ιδιαίτερης ποιοτικής προέλευσης (αγροτικά κυρίως προϊόντα) και η «ανάπτυξη» επιστημών σε όλους τους κλάδους με εξαγωγικό προσανατολισμό, θα παραμείνουν ανεκμετάλλευτοι. Αυτά είναι τα θεμελιώδη, κατά την άποψη μου, εργαλεία και με τη χρήση αυτών ή και αυτών θα μπορούσαν να επιλυθούν σε βάθος χρόνου και όχι επιδερμικά τα προβλήματα για παράδειγμα ανεργίας, παιδείας σε όλους τους βαθμούς, επιπέδου υπηρεσιών υγείας και συνθηκών του δομημένου περιβάλλοντος, προβλήματα, που όπως είναι γνωστό, ταλανίζουν τον κοινωνικό ιστό της Περιφέρειας της Αττικής.
Ποιο είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα που κατά την άποψή σας πρέπει η Ελλάδα να εκμεταλλευθεί για την έξοδο της από την οικονομική κρίση;
Η παγκοσμιοποίηση της οικογένειας έχει ως αποτέλεσμα να μπουν νέοι κανόνες ανταγωνιστικότητας στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Στο νέο αυτό οικονομικό περιβάλλον οι μικρές χώρες, όπως είναι η Ελλάδα, είναι εξαιρετικά δύσκολο έως ακατόρθωτο να επιβιώσουν χωρίς αλλαγή των βασικών οικονομικών προσανατολισμών τους.
Στο πλαίσιο αυτό, βάσιμα μπορεί να υποστηριχθεί, ότι κυρίαρχο συγκριτικκό πλεονέκτημα για τη χώρα μας είναι το ιδιαίτερο υψηλό ποσοστό πανεπιστημιακής εκπαίδευσης των νέων Ελλήνων συγκρινόμενο τόσο σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό της όσο και τα αντίστοιχα ποσοστά μόρφωσης των νέων στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και παγκοσμίως.
Επομένως, θα μπορούσε η οικονομική κρίση να ειδωθεί και ως η κατάλληλη αφορμή και ευκαιρία για αναπροσανατολισμό της οικονομίας στη νέα επιχειρηματικότητα και τις υψηλές τεχνολογίες, έτσι ώστε να απορροφηθεί στο έπακρο το νέο και με υψηλούς δείκτες τεχνογνωσίας και επιστημονικής εξειδίκευσης εργατικό δυναμικό της χώρας μας.
Με τον τρόπο αυτό θα καταπολεμηθεί η ανεργία που μαστίζει αυτή κυρίως την κατηγορία των ενεργών πολιτών, θα ανακοπεί η φυγή της διανόησης στο εξωτερικό με απώτερο σκοπό την αποτροπή της, ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως ένας τρόπος προσέλκυσης όλων όσων έχουν φύγει το τελευταίο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό με σκοπό την ανεύρεση εργασίας. Θα αξιοποιηθούν, έτσι, από την ίδια τη χώρα μας και θα αποσβεσθούν προς όφελος της οι δαπάνες για την παιδεία και, εν τέλει, θα αναπαραχθεί ο αναγκαίος για την οικονομική ανάκαμψη της πλούτος που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την υγιή χωρίς βάρη έξοδο της από την οικονομική κρίση.
Νομικός
Υποψήφια Διδάκτωρ Νομικής Σχολής Αθηνών