Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει φιλελεύθερο κέντρο, πέρα από το δίπολο αριστεράς – δεξιάς. Ο Εμμανουέλ Μακρόν, ο κατεξοχήν εκπρόσωπος όχι μόνο στη Γαλλία αλλά πανευρωπαϊκά, του χώρου αυτού, το αποδεικνύει με την εκλογική του επίδοση (27,6%). Όχι μόνο δεν φθάρηκε τόσο από μια πενταετία γεμάτη προκλήσεις (κίτρινα γιλέκα, πανδημία, πόλεμος στις πύλες της Ευρώπης) αλλά αύξησε το ποσοστό του σε σχέση με τον πρώτο γύρο της αναμέτρησης του 2017. Έτσι οδεύει προς την επανεκλογή, κάτι που δεν κατάφεραν ούτε ο Φρανσουά Ολάντ ούτε ο Νικολά Σαρκοζί πριν από αυτόν.
Θα μπορούσε και στην Ελλάδα να υπάρξει ένας εγχώριος Μακρόν; Ο Σταύρος Θεοδωράκης που προσπάθησε κάτι ανάλογο (αν και προσανατολισμένο περισσότερο προς τη σοσιαλδημοκρατία) δεν μακροημέρευσε. Στο φιλελεύθερο κέντρο σήμερα δεσπόζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης (λόγω των προσωπικών αρχών και καταβολών του -όχι λόγω του σαφέστατα δεξιού κόμματος του). Με τον διπολισμό που καλλιεργεί και η αντιπολίτευση του Σύριζα, και με την πολιτική κουλτούρα στην Ελλάδα που είναι ενοχική απέναντι στον φιλελευθερισμό και κυριαρχείται ακόμα από εμφυλιοπολεμικά φαντάσματα, δεν αναμένεται να έχουμε έναν Έλληνα Μακρόν σύντομα.
Η άκρα δεξιά των Λεπέν και Ζεμούρ, αθροιστικά, ξεπέρασε το 30% στην κάλπη (Φωτογραφία: chinadaily.com).
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι η άκρα δεξιά, αθροιστικά, ξεπέρασε το 30% στην κάλπη (32,53%, αν συνυπολογίσουμε εκτός από το 7,05% του Ερίκ Ζεμούρ, και το 2,07% του μετριοπαθέστερου Νικολά Ντυπόν-Ενιάν. Η Λεπέν έλαβε 23,41%). Το νούμερο θα ήταν εξοργιστικό, αν δεν ήταν τόσο βαθιά ανησυχητικό. Με την ξεκάθαρη στήριξη του Ερίκ Ζεμούρ και του Ντυπόν-Ενιάν στη Μαρίν Λεπέν, και με την ψήφο άλλων περιθωριοποιημένων ομάδων ενδεχομένως αριστερών καταβολών (παρότι οι υποψήφιοι της αριστεράς προς τιμήν τους, καλούν σε “δημοκρατικό φραγμό” απέναντι στην άκρα δεξιά), η Λεπέν θα φτάσει πολύ κοντά στο νήμα στις 24 Απριλίου.
Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να ανησυχεί εμάς τους Έλληνες. Όχι τόσο διότι θα ενθαρρύνει την εγχώρια ακροδεξιά η οποία βρίσκεται ξεπουπουλιασμένη, ή φυλακισμένη, ή μαντρωμένη στη Νέα Δημοκρατία. Αλλά διότι τυχόν νίκη Λεπέν θα επιταχύνει τις διαλυτικές τάσεις στην ΕΕ.
Το εθνικό μας συμφέρον είναι σαφώς προσανατολισμένο στον ευρωπαϊκό φεντεραλισμό. Θέλουμε εμπέδωση των κοινών αξιών, εμβάθυνση της κοινής πολιτικής, οικονομική αλληλεγγύη και ευθυγραμμισμένη εξωτερική και αμυντική πολιτική, στο μέτρο του εφικτού. Η Ευρώπη είναι το σπίτι μας και είναι και η ασπίδα μας σε έναν κόσμο ρευστό. Ο Μακρόν ως ηγετική Ευρωπαϊκή φυσιογνωμία μας στήριξε κόντρα στην Τουρκία (κι εμείς προτιμήσαμε τα οπλικά συστήματα της χώρας του) όπως πριν από εκείνον ο Ολάντ είχε στηρίξει τον Τσίπρα στη μαραθώνια “διαπραγμάτευση” που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος, για να μη μιλήσουμε για τη σχέση Παπανδρέου – Μιτεράν ή το “Ελλάς – Γαλλία συμμαχία” της εποχής Καραμανλή – Ζισκάρ. Θέλουμε μια ισχυρή Γαλλία σε μια Ευρώπη με όραμα και συνοχή, όχι μια μισαλλόδοξη και αυτοκαταστροφική Γαλλία που θα λοξοδρομεί προς τον απομονωτισμό ή θα λοξοκοιτάει προς τον πουτινισμό.
Παρότι ο Μελανσόν θα μπορούσε να παρομοιαστεί περισσότερο με… Λαφαζάνης της Γαλλίας παρά με τον Αλέξη Τσίπρα (για τον οποίο έχει εκφραστεί με διόλου κολακευτικά λόγια μετά την κωλοτούμπα του δεύτερου), η πολύ αξιόλογη επίδοση του Μελανσόν (μια ανάσα από τη δεύτερη θέση) μοίρασε χαμόγελα και στην Κουμουνδούρου που βλέπει ότι και στη Γαλλία, η κυρίαρχη αριστερά έχει τα αντισυστημικά, αντιπαγκοσμιοποιητικά και (εν μέρει) αντιδυτικά χαρακτηριστικά που τηρουμένων των αναλογιών έχει και ο Σύριζα.