Αναμφισβήτητα ήταν οι δεκαετίες που σημάδεψαν την Ελλάδα και τον τουρισμό γενικότερα. Κορυφαίες προσωπικότητες από όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, επισκέφθηκαν τα ελληνικά νησιά και έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης. Το κάθε νησί είχε την ιδιαίτερότητα και την μοναδικότητά του. Για αυτό και η ιστορία επαναλαμβάνεται μέχρι σήμερα.
ΜΥΚΟΝΟΣ
Στη δεκαετία του ‘70 η Ελλάδα δε γνωρίζει ακόμη τι είναι ο μαζικός τουρισμός. Υπάρχουν όμως κάποια νησιά που γίνονται δημοφιλή και προσελ-κύουν την ελίτ και τον πλούτο της εποχής, τόσο τον εγχώριο όσο και το διεθνή. Το νησί των Ανέμων επισημαίνεται ως το καλύτερο ελληνικό θέρετρο που μαγεύει με το Απολλώνιο φως, το ρομαντισμό και την αυθεντικότητά του τους διασημότερους ανθρώπους του πλανήτη τη δεκαετία του ‘70. Αστέρες του Χόλυγουντ, κροίσοι, Έλληνες και ξένοι χαρίζουν το μοναδικό, το απόλυτο δώρο χλιδής στον εαυτό τους: διακοπές στο διασημότερο νησί στη μέση του Αιγαίου.
Πώς όμως γίνεται η Μύκονος αυτό το νησί; Ποιο είναι το μυστικό που οδηγεί μερικά από τα σπουδαιότερα ονόματα τους διεθνούς star system κι όλο το διεθνές τζετ σετ να μιλάει για αυτό το μικρό κυκλαδίτικο παράδεισο, ο οποίος μπαίνει στη λίστα των top προορισμών του πλανήτη μαζί με την Ίμπιζα, το Σεν Τροπέ, το Μονακό, το Κάπρι, να ενθουσιάζει τους πάντες, σχεδόν να τους σαγηνεύει, καθώς με ανταποκριτές στον τύπο της Ευρώπης εκθειάζουν αυτό το μικρό, κρυμμένο, σχεδόν πρωτόγονο νησάκι του Αιγαίου.
Στη δεκαετία του ’70 η Μύκονος παραμένει μακριά ακόμη από το μαζικό τουρισμό, αλλά οι κοσμικοί έχουν ήδη, ανακαλύψει τον δικό τους τόπο διακοπών. Η Μελίνα Μερκούρη, ο Μάρλον Μπράντο, η Γκρέις Κέλι, ο Ρίτσαρντ Μπάρτον λατρεύουν το καλοκαίρι στη Μύκονο, που οι φωτογραφίες της, μέσω αυτών, είναι η μέγιστη διαφήμιση σε όλο τον κόσμο, ως απόλυτος προορισμός για λίγους. Τη Μύκονο επιλέγει και η Τζάκι Κένεντι, ενώ λο Ωνάσης, ιδιοκτήτης της Ολυμπιακής, αυτά τα χρόνια κατασκευάζει το αεροδρόμιο.
Το συγκεκριμένο νησί είχε πάντα διασυνδέσεις με όλη τη high society των Αθηνών. Εκτός από τους τεράστιους αστέρες της μεγάλης οθόνης ή του τραγουδιού, τους αριστοκράτες και τους ευγενείς, εδώ έρχονται πάντα και πολλοί εφοπλιστές. Ο Εμπειρίκος, ο Ποταμιάνος, ο Νομικός, ο Καϊσέογλου. Έρχονται στο νησί με τα κότερα τους. Τραγουδάει η Μελίνα στη Μύκονο και γίνεται χαλασμός . Ο Ντέμης Ρούσσος το ίδιο. Βοηθούν πολύ να διαδοθεί η φήμη του νησιού και ο Μίκης Θεοδωράκης με τη Φαραντούρη και τον Ξαρχάκο που έρχονται να τραγουδήσουν. Αλλά και η Μαρία Κάλλας και η Ειρήνη Παππά έρχονται πολύ συχνά στο νησί. Αποτελεί, πλέον, το κέντρο της αριστοκρατίας όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και ολόκληρου του κόσμου, το οποίο δίνει υψηλής αισθητικής πινελιές στη διασκέδαση, το φαγητό, τη διακόσμηση.
Η «θλιμμένη πριγκίπισσα» Σοράγια, που μόλις έχει χωρίσει, ο Σάχης της Περσίας, η μυθώδους ομορφιάς Ελίζαμπεθ Τέιλορ, που καταφτάνει στο νησί, ακόμη και για να περάσει ένα Σαββατόβραδο, να κάνει το μπάνιο της το πρωί και να φύγει απόγευμα Κυριακής, η Ρίτα Χειγουρθ σαν φλόγα μες στην νύχτα, αλλά και η διάσημη σχεδόν σαν την Μύκονο για την ελληνική ομορφιά της, Κορίνα Τσοπέη… Η αγάπη όλων αυτών των ανθρώπων για το νησί, δεν οφείλεται μόνο στην ομορφιά του. Ο απλός ο κόσμος της Μυκόνου δεν τους γνωρίζει τους διάσημους. Ζει παραδοσιακά, λιτά απασχολούμενος με το ψάρεμα ή την κτηνοτροφία. Μπορεί, δηλαδή, να περναάει από δίπλα του η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, και εκείνοι δεν την αναγνωρίζουν, δεν γυρίζουν να ασχοληθούν με το τι κάνει και τι δεν κάνει. Και αυτό απελευθερώνει. Ποιητές, τραγουδιστές, σχεδιαστές μόδας , ηθοποιοί μοντέλα όλοι αγαπούν την Μύκονο για τη φιλελεύθερη ατμόσφαιρα της. Περιτριγυρίζουν παντού άγνωστοι και ευτυχισμένοι.
Το μπαρ Pierros στην πόλη της Μυκόνου γράφει ιστορία. Ένας από τους πρώτους ταξιδιώτες που έρχεται για να δει αυτό το νησί, είναι ένας ιταλοαμερικάνος ζωγράφος με το όνομα Pierro Aversa, ένας από τους διασημότερους στους ευρωπαϊκούς κύκλους προσωπικοτήτων και ερωτεύεται αμέσως το κυκλαδίτικο νησί. Σύντομα ο Pierro και ένας Μυκονιά-της, αποφασίζουν να ανοίξουν το κομψό κοκτέιλ-μπαρ, Pierros. Βαφτισμένο ως Pierro, γίνεται αρχικά γνωστό ως κομψή νυχτερινή απόδραση, όπου συναντιέται η ελίτ, πριν αράζουν στο λιμάνι αναρίθμητα γιοτ που αποβιβάζουν ξέφρενη την υψηλή κοινωνία από όλο τον κόσμο. Όλοι οι διεθνείς αστέρες συρρέουν στο στέκι, που μέλει να γίνει θρυλικό και να γραφτεί στην ιστορία του τόπου και όχι μόνο.
Ο Μικ Τζάγκερ, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, η Μπάρμπρα Στρέιζαντ, ο Τζιανφράνκο Φερέ, ο Βαλεντίνο, ο Ιβ Σεν Λοράν, ο Τιερί Μαγκλέρ, η Ζακλίν Μπισέ, η Γιόκο Ονο και η Μαντόνα όλοι περνούν από εδώ. Πρίγκιπες, αθλητές, επιχειρηματίες, ζωγράφοι, όπως ο Νταλί, προστίθενται στο ογκώδες πελατολόγιο. Η Μύκονος αποκτά πλέον ταυτότητα, γίνεται ο Νο 1 προορισμός των πλουσίων και των κοσμικών. Υπάρχει όμως κάτι ακόμα το εκπληκτικό σε όλο αυτό το συνονθύλευμα. Όλοι αυτοί γίνονται μία παρέα με δεκάδες ομοφυλόφιλους και drug queens .Είναι η εποχή που τα gay ζευγάρια ανακαλύπτουν τη Μύκονο και εδώ κανείς δεν τους κρίνει. Το Pierros αγγίξει την κορυφή στον παγκόσμιο χάρτη με αποτέλεσμα να αναγάγει τη Μύκονο σε ένα από τα διασημότερα ομοφυλοφιλικά θέρετρα στον κόσμο.
Αυτό το πρωτοφανές, για τα χρονικά, γραφικό σκηνικό δε θα μπορούσε να παραλείπεται από τον ελληνικό κινηματογράφο ούτως ώστε να πρωταγωνιστήσει το μυκονιάτικο τοπίο σα φόντο σε ταινία. Η «Παριζιάνα» του Γιάννη Δαλιανίδη με τη θρυλική Βλαχοπούλου εκτυλίσσεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της στο νησί των ανέμων παραδίδοντας μια καρτ-ποστάλ της εποχής για το όνειρο της μοδίστρας που θα γλεντήσει κοσμοπολίτικα στη Μύκονο.
ΥΔΡΑ
Τη δεκαετία του ’70, η Ύδρα γίνεται πόλος έλξης της ελίτ των Αθηνών και όχι μόνο, που της αποδίδει το χαρακτηριστικό τίτλο «κοσμοπολίτικη»! Η Ύδρα δεν αποτελεί πλέον πόλο έλξης μόνο για τη γραφικότητά της, αλλά και την έντονη νυχτερινή ζωή που προσφέρει.
Το ηλιόλουστο νησί της Ύδρας εμπνέει πολλούς καλλιτέχνες και διανοού-μενους. Οι μοδάτες ελληνικές παρέες ανακαλύπτουν κι αυτές με τη σειρά τους τις ομορφιές του νησιού, εγκαταλείπουν για λίγο τα στέκια του Κολωνακίου και σαλπάρουν με τα ιστιοφόρα, όπως την περίφημη Νεράιδα του Λάτση , για τις καλοκαιρινές αποδράσεις τους στην Ύδρα. Πολύ γρήγορα αναδεικνύεται στο στέκι της υψηλής αθηναϊκής κοινωνίας.
Η ταινία το παιδί και το δελφίνι με την Σοφία Λόρεν, που διαδραματίστηκε λίγα χρόνια πριν, ανοίγει τις πύλες του τουρισμού στην Ύδρα και αναδεικνύει τις ομορφιές του νησιού σε ολόκληρο τον κόσμο φέρνοντας τώρα πλήθος επωνύμων ξένων, οι οποίοι σαγηνεύονται από την απλότητα και την αυθεντικότητα του τοπίου.
Η θρυλική Λαγουδέρα, είναι το μαγαζί που αυτή την εποχή μπορεί άνετα να συναγωνισθεί το Studio 54 ή το Morocco στη Sunset Boulevard της Νέας Υόρκης. Δε νοείται ξένη διασημότητα που να πέρασε από το νησί και να μην έγραψε μία αλησμόνητη νύχτα στη Λαγουδέρα.
Συρρέουν όλο και περισσότεροι επώνυμοι από όλον τον κόσμο, όπως ο Λένον, Kλάπτον, Rolling Stones, Ωνάσης και Kάλλας, Pεξ Xάρισον, Πήτερ Oυστίνοφ, Λέοναρντ Kοέν. Συνάμα αποδεικνύεται ως πηγή έμπνευσης για ποικίλους ανθρώπους του πνεύματος και των τεχνών όπως ο Xατζηκυριάκος, ο Γκίκας, ο Σεφέρης, ο Eγγονόπουλος, ο Xένρι Mίλερ, ο Tέτσης, ο Bυζάντιος. Αποκτά λοιπόν δίσημη ταυτότητα, καθώς ορίζεται στέκι διανοουμένων και δημιουργείται μια ελίτ κοινότητα ξένων συγγραφέων και διανοητών. Κάποιοι όπως ο διάσημος Καναδός λογοτέχνης, συνθέτης και τραγουδιστής, Leonard Cohen, μαγεύεται από το νησί και εγκαθίσταται εδώ εμπνευσμένος από τη μούσα του, τη γοητεία αυτού του νησιού με τους υψηλούς τοίχους που περικλείουν τόση μοναξιά, αλλά αφήνουν κάθε τόσο από μια πνοή θαλασσινού αγέρα και ηλιόλουστου φωτός να τους διαπεράσει.
Την ίδια περίοδο, η Μελίνα με τον Ντασέν περνούν τα καλοκαίρια τους στο νησί με το δεύτερο να κλέβει την παράσταση, ενώ η Ζωή Λάσκαρη με τη Μάρθα Καραγιάννη ξεσηκώνουν τα πλήθη στα γυρίσματα της ταινίας «Κορίτσια για φίλημα» με τον Ανδρέα Μπάρκουλη. Εξαιτίας της σαγηνευτικής ομορφιάς της, αλλά και της μικρής της απόστασης από την Αθήνα, συμπλέκει το ιδανικό σκηνικό για ταινίες ορόσημα του κλασσικού ελληνικού κινηματογράφου, όπως ο λατρεμένος «Μπλοφατζής» με το Λάμπρο Κωνσταντάρα και η πολυαγαπημένη ταινία «γοργόνες και μάγκες» με τους Καραγιάννη, Χρονοπούλου, Κομνηνό και Δάκη.
ΣΠΕΤΣΕΣ
Στη δεκαετία του 70, σταδιακά μεταμορφώνονται οι Σπέτσες από ένα ήσυχο νησί σε έναν από τους πλέον δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς όπου καλοδιατηρημένα αρχοντικά και παραδοσιακή αρχιτεκτονική συνυπάρχουν με τη ζωντάνια των τουριστών και της πλούσιας νυχτερινής ζωής.
Το περίφημο και ιστορικό ξενοδοχείο Ποσειδώνιο μετατρέπει το νησί σε θελκτικό προορισμό για εύπορους επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Επιλέγεται ως τόπος διαμονής πολιτικών, βασιλέων, διάσημων καλλιτεχνών, εφοπλιστών, όπως οι Σταύρος Νιάρχος, Αριστοτέλης Ωνάσης, Τζάκι Κένεντι, Μαρία Κάλλας, Ρούντολφ Νουρέγιεφ, γόνοι των οικογενειών Κένεντι και Τσώρτσιλ κ.α.
Η ταινία από τον ελληνικό κινηματογράφο που γυρίζεται με φόντο τα δρομάκια και τα αρχοντικά του νησιού και σημείωσε τεράστια επιτυχία, είναι η «Τζένη Τζένη» με την Τζένη Καρέζη και μια πλειάδα ηθοποιών ,όπως Μπάρκουλης, Κωνσταντάρας και Παπαγιανόπουλος διακωμωδώντας την επιτυχία της προεκλογικής εκστρατείας στην Ελλάδα, ο βωμός της οποίας δε γνωρίζει τροχοπέδη στις θυσίες του.
Την εποχή της «χρυσής νεολαίας» μεσουρανεί το μπαρ «Απόλλωνας» που αφήνει το στίγμα του στις Σπέτσες με πλούσιους και διάσημους θαμώνες. Προς τη λήξη της περιόδου αυτής, σε κάποιες παλιές αποθήκες, ανάμεσα σε ταρσανάδες, ένα άλλο μπαρ θα ανοίξει τις πόρτες του υπό την ονομασία ¨Καρνάγιο¨. Σύντομα παραδίδει τα σκήπτρα στο θρυλικό μπαρ ¨Figaro¨, σήμα κατατεθέν της νυχτερινής ζωής του νησιού, αλλά και εμβληματικό της ελληνικής καλοκαιρινής διασκέδασης εν γένει.
Κατά αυτόν τον τρόπο στη νεότευκτη «Figaro» το πάρτι αγγίζει το αποκορύφωμα με τα σπουδαιότερα πρόσωπα του ελληνικού εφοπλιστικής, επιχειρηματικής και πολιτικής σκακιέρας να διασκεδάζουν μέχρι πρωίας, παρέα με τους απογόνους των ιστορικών σπετσιώτικων οικογενειών και τους διεθνείς επισκέπτες του καλοκαιριού. Όλα αυτά συνυφαίνουν μια μοναδική ατμόσφαιρα. Μόνο τη μέρα που ανοίγει καταλογίζει 500 σκάφη στο λιμάνι αγκυροβολημένα, οι δια θαλάσσης αφίξεις στο μπαρ.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ:
Αυτά τα τρία ελληνικά νησιά χρωματίζουν τη δεκαετία του ’70 με την ποικιλομορφία και την ιδιαιτερότητά τους. Για διαφορετικό λόγο το καθένα, σηματοδοτούν την ιστορία, καθώς ανελίσσονται σε επίκεντρο του εγχώριου και διεθνούς τζετ σετ.
Η κοσμική ιστορία ενός αρχαίου ανεμοδαρμένου βράχου παραμένει μέχρι και σήμερα άρρηκτα συνδεδεμένη με παντοδύναμα ονόματα παγκόσμιου βεληνεκούς. Αυτό το λευκό, το λιγωτικό, κάτω από τον πορτοκαλί, ανελέητα ειλικρινή ήλιο με τους ανεμόμυλους με τις φτερωτές, σχεδόν ζωντανές, φτερούγες τους, το μπλε ιώδες, σχεδόν μερακλή ζωγράφου γέννημα, πέλαγος, τις παραλίες κρυστάλλινες, νεραϊδίσιες παραλίες. Έντονα χρώματα, έντονοι άνεμοι, έντονη διασκέδαση, έντονη ξεγνοιασιά που δικαιολογεί με την αφέλειά της ανείπωτα πάθη… το νησί των εντάσεων. Στον κόσμο της Μυκόνου, της κοσμικότητας, των μπαρ, των κλαμπ, των καταχρήσεων, της ζωής στις νύχτες, εδώ όπου από τη δεκαετία του ’70 όλα κάθε τρελή φαντασίωση λαμβάνει σάρκα και οστά πολλάκις.
Ένα παρόμοιο κεφάλαιο διανύει και η αιθέρια, γραφική Ύδρα. Ενώ φαντάζει ένα νησί τόσο γαλήνιο και παραμυθένια όμορφο με μια νότα απόκοσμης αναπόλησης ενός μακρινού, αλλά και τόσο οικεία γνώριμου παρελθόντος, όπως αυτό των παιδικών χρόνων, η δεκαετία του ’70 προσδίδει μία διαφορετική απόχρωση. Τα δροσερά κοκτέιλ, οι υπερπολυτελείς θαλαμηγοί, η φημισμένη dolce vita συνθέτουν το υφαντό της Ύδρας, «μια φραγκοσυκιά γεμάτη… όνειρα κι αγκάθια».
Τέλος, οι Σπέτσες, κοντινές στην αθηναϊκή ελίτ, αρχοντικές, κοσμοπολίτικες διατηρούν την κλασσική, διαχρονική ταυτότητα που τους απέδωσε η δεκαετία του ΄70 ως το σμαραγδένιο κόσμημα του Αργοσαρωνικού. Μια σαγήνη, μια μεθυστική ομορφιά με τη συνοδεία της πολυτελής σαμπάνιας και των ακριβών θαλασσινών που είναι πότε φίλοι πότε εχθροί με την αμαρτία, καθώς τη φλερτάρουν απροκάλυπτα, αλλά όχι στο βαθμό της ασωτίας.
Πηγή: