Αταίριαστα πομπώδης, φλύαρη και αφηγηματικά κατακερματισμένη διασκευή, η οποία ακουμπά μόνο την επιφάνεια των πολύπλοκων θεματικών που ενέπνευσαν τον Καζαντζάκη.
Στην Κρήτη του 1889, που βρίσκεται σε επαναστατικό αναβρασμό εναντίον των Τούρκων, ο αγωνιστής καπετάν Μιχάλης είναι αποφασισμένος να πολεμήσει με κάθε κόστος μέχρι την απελευθέρωση του νησιού. Ξαφνικά, όμως, βιώνει μια πρωτόγνωρη εσωτερική πάλη, όταν αποκτά συναισθήματα για τη γυναίκα του αδελφοποιητού του από την Τουρκία.
Ο Κώστας Χαραλάμπους (“Λούγκερ”) διασκευάζει ένα από τα διασημότερα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη, έχοντας εμφανώς μελετήσει σε βάθος το πρωτότυπο υλικό και, προς τιμήν του, δίχως να κάνει εκπτώσεις στο όραμά του. Η ταινία αφενός επιχειρεί να αναπαραστήσει πειστικά την εποχή του μυθιστορήματος, αφετέρου οι σκηνές των μαχών διαθέτουν ό,τι πιο κοντινό σε επική κλίμακα μπορεί να ιδωθεί αυτήν τη στιγμή στο ελληνικό σινεμά. Ωστόσο, κάπου εδώ αρχίζουν να εντοπίζονται και οι οφθαλμοφανείς αδυναμίες της παραγωγής.
Το βασικό πρόβλημα της ταινίας είναι η εκφορά της. Αταίριαστα πομπώδης από το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό, δεν επιτρέπει στους χαρακτήρες της να αναπτυχθούν οργανικά ώστε να αποκτήσουν στη συνέχεια ψυχολογικό βάθος. Το αποτέλεσμα είναι ότι όλοι τους περιορίζονται στην ενσάρκωση στερεοτύπων, ενίοτε μάλιστα αρνητικών, όπως στην περίπτωση της Εμινέ (Τζένη Καζάκου), μιας εμφανώς δυναμικής και τηρουμένων των αναλογιών χειραφετημένης γυναίκας, η οποία αναπαρίσταται υποτιμητικά ως η Τουρκάλα που βασικά υπάρχει για να ξελογιάζει ανυποψίαστους Έλληνες. Έπειτα, υπάρχει το ζήτημα της κατακερματισμένης αφήγησης.
Στο βιβλίο του, ο Καζαντζάκης απλώνει τη δράση σε παράλληλες πλοκές, έτσι ώστε να αναδειχθεί, μεταξύ άλλων, τόσο η κρητική ανθρωπογεωγραφία όσο και ο βαθμός στον οποίο υπήρξαν αλληλένδετες οι ζωές Ελλήνων και Τούρκων, για να καταστεί χειροπιαστό το συναισθηματικό κόστος της αιματηρής μεταξύ τους ρήξης. Στην ταινία, αντιθέτως, η αντίστοιχη προσέγγιση αποπροσανατολίζει αντί να φωτίζει τα διακυβεύματα των χαρακτήρων, καθώς υπάρχουν ολόκληρες ενότητες που θα μπορούσαν να λείπουν.
Ακόμα μία παράπλευρη απώλεια αυτής της λογικής είναι το γεγονός ότι μένουν ανεκμετάλλευτες πτυχές της ιστορίας με μεγάλο δραματουργικό βάρος, όπως η σχέση του καπετάν Μιχάλη με τον αδελφοποιητό του Νουρήμπεη (Αλέκος Συσσοβίτης), σημείο αναφοράς για τις διαστάσεις τραγωδίας που παίρνει στη συνέχεια η ζωή του μαυροντυμένου ήρωα. Αυτός με τη σειρά του, επιβλητικά ενσαρκωμένος από τον ταιριαστό στο ρόλο Αιμίλιο Χειλάκη, δεν αποκτά ποτέ τις υπαρξιακές ποιότητες που απαιτεί ο ήρωας.
Ένας λιγομίλητος άντρας ισοπεδωμένος από την υποδούλωση του τόπου του, ο οποίος αντιλαμβάνεται τη βία ως δίαυλο επικοινωνίας – ένστικτο που ακολουθεί με αυταπάρνηση και αυτοθυσία, η οποία αποκτά αποχρώσεις ματαιότητας, αφού ο αντίπαλός του διαρκώς δυναμώνει. Εδώ όμως οι πολυπλοκότητες και οι αντιφάσεις που καθιστούν διαχρονικά αινιγματικό τον καπετάν Μιχάλη, υποβαθμίζονται στην επανάληψη της τετριμμένης ιδέας πως “αυτός είναι η Κρήτη”.
Ελλάδα. 2023. Διάρκεια: 152΄. Διανομή: THE FILM GROUP.
Πηγή :