MARIA

Ευρηματική και άκρως ενδιαφέρουσα βιογραφία της μεγαλύτερης ντίβας του λυρικού θεάτρου, η οποία ισορροπεί δεξιοτεχνικά ανάμεσα στα αντικειμενικά γεγονότα και την υποκειμενική ερμηνεία τους.

Αν και ήταν μόλις 25 χρόνων όταν έγραψε το σενάριο του “Πολίτη Κέιν”, συγκεκαλυμμένη βιογραφία του Ράντολφ Χερστ, ο Όρσον Γουέλς ήξερε πολύ καλά αυτό το οποίο επιβεβαιώνει ο συνσεναριογράφος του Χέρμαν Μάνκιεβιτς (διά στόματος Γκάρι Όλντμαν) στο “Mank”: “Δεν μπορείς να αποτυπώσεις ολόκληρη τη ζωή ενός ανθρώπου σε δυο ώρες”. Ακόμα και σήμερα, το Χόλιγουντ προσποιείται συχνά πως δεν έχει ακούσει ποτέ κάτι τέτοιο, αλλά ο μετρ του μοντέρνου κινηματογραφικού biopic Πάμπλο Λαραΐν το γνωρίζει καλύτερα απ’ τον καθένα. Σκηνοθέτης του οποίου όλες οι ταινίες (από το “Tony Manero” και το “Post Mortem” ως το “No”, τη “Μυστική Λέσχη” και το “Νερούδα”) βασίζονται σε αληθινά γεγονότα, ολοκληρώνει την τριλογία του πάνω σε διάσημες γυναίκες του προηγούμενου αιώνα με άλλη μία αντισυμβατική και “υποκειμενική” προσέγγιση μιας μυθιστορηματικής προσωπικότητας, αυτήν τη φορά της κορυφαίας ντίβας της όπερας Μαρία Κάλλας.

Η Ελληνοαμερικανίδα σοπράνο είναι, μετά τις Τζάκι Κένεντι (“Jackie”) και Λαίδη Νταϊάνα (“Spencer”), άλλη μια λαμπερή σταρ του καιρού μας την οποία η κάμερα του Λαραΐν συναντά τη στιγμή κατά την οποία εκείνη νιώθει ασφυκτικά εγκλωβισμένη στο μύθο της. Η Μαρία (Άννα Καικιλία Σοφία) Καλογεροπούλου τον αγκάλιασε από μικρή, αλλά τώρα πλέον, τον Σεπτέμβριο του 1977 στο Παρίσι και λίγες μέρες πριν πεθάνει ξαφνικά σε ηλικία μόλις 54 ετών, τον βιώνει ως αβάσταχτο άχθος. Γιατί όσα θυσίασε από παιδί κιόλας για να τον συντηρήσει (υπόδειγμα δραματικής κορύφωσης η ασπρόμαυρη “ελληνική” σεκάνς στην Κατοχή) έχουν γίνει πλέον ένα βαρύ πέπλο το οποίο έχει καλύψει πλήρως, ως αστραφτερή La Divina, την αληθινή Μαρία. Κι εκείνη, έστω και καθυστερημένα, είναι αποφασισμένη να την ανακαλύψει.

Υπάρχει, όμως, “αληθινή Μαρία”; Για ακόμα μία φορά, ο Λαραΐν μας υπενθυμίζει πως σήμερα το “print the legend” είναι επιτακτικότερο από ποτέ και ο καλλωπισμένος μύθος ισχυρότερος από κάθε αλήθεια. Γι’ αυτό και βάζει την ηρωίδα του να ανακαλεί τη ζωή της δίνοντας συνέντευξη σε έναν… φανταστικό δημοσιογράφο με το όνομα Mandrax, όπως λέγεται και το παραισθησιογόνο φάρμακο στο οποίο έχει εθιστεί. Έτσι οι αναμνήσεις συμπλέκονται αξεδιάλυτα με τα γεγονότα, δένοντας κόμπο την πιστή αναπαράστασή τους και την υποκειμενική ερμηνεία τους. Παράλληλα, η έντονα φαταλιστική διάθεση της ταινίας συγκρούεται με το ιστορικά και πολιτικοκοινωνικά καθορισμένο περιβάλλον (οι δύο υπηρέτες της αποτραβηγμένης σοπράνο δημιουργούν μια εξαιρετική αντίστιξη), η αντιπαράθεση ζωής και τέχνης παίρνει τραγικές διαστάσεις και ενώ κυριαρχεί μια σουρεαλιστικά ονειρική ατμόσφαιρα, η ερμηνεία της Αντζελίνα Τζολί (σχεδόν σίγουρη η οσκαρική υποψηφιότητά της) κάνει αυτό το λοξό ψυχογράφημα βαθύ, διεισδυτικό και συγκινητικά ανθρώπινο.

Βαθμολογία 3/5

Πηγή : athinorama.gr