Ο Μάρτιος και ο Απρίλιος ήταν παραδοσιακά οι δυο μήνες της Άνοιξης όπου σας προϊδεάζαμε με εκτενή ρεπορτάζ για τις περιοδείες των σεφ στα νησιά και τις καλοκαιρινές αφίξεις νέων εστιατορίων που θα εμπλούτιζαν τις γευστικές σκηνές των θερινών προορισμών στην Ελλάδα. Όμως η περσινή επέλαση της πανδημίας που έβαλε τη τελευταία στιγμή στον πάγο πολλά μεγάλα συμβόλαια, ανατρέποντας σχέδια και αναπροσαρμόζοντας συμφωνίες μεταξύ μαγείρων και επιχειρηματιών, ανέκοψε τη μεγάλη δυναμική που είχε αναπτύξει την τελευταία πενταετία ο γαστρονομικός τουρισμός. Όχι ότι δεν δούλεψαν τα νησιά. Κάθε άλλο, θα έλεγα. Τηρουμένων των αναλογιών μάλιστα ορισμένα από αυτά απέδειξαν, έστω με αντανακλαστικά της τελευταίας στιγμής, ότι δεν αναδείχθηκαν τυχαία σε κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς, ενώ κάποια άλλα αναπτύσσοντας μια πολύ ενδιαφέρουσα δυναμική, πόνταραν με πείσμα στην ποιοτική ανάπτυξη του εστιατορικού καμβά τους. Και τα πήγαν περίφημα. Δε είναι και λίγο αυτό. Κατά κοινή ομολογία και παρά τη τεράστια τρικυμία που σήκωσε ο κορωνοϊός, η περσινή σεζόν όχι μόνο δεν βούλιαξε αλλά πήγε και πολύ καλύτερα από τις αρχικές δυσοίωνες προβλέψεις. Φέτος όμως τι γίνεται; Θα κινηθεί ταχύτερα η εστίαση; Που θα κάτσει η μπίλια; Ποιοι είναι οι προορισμοί που θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον μας για τις γαστρονομικές τους επιδόσεις;
Αν και κανείς δε μπορεί να κάνει πια προβλέψεις με απόλυτη ασφάλεια, φαίνεται ότι στη σεζόν που είναι ante portas, ο ελληνικός τουρισμός θα τονωθεί γαστρονομικά, μια και τα deal που έχουν ήδη δρομολογηθεί μεταξύ σεφ, εστιατορίων και ξενοδοχείων επιβεβαιώνουν ένα καλοκαίρι, το οποίο αν μη τι άλλο από γευστικής πλευράς προβλέπεται ανανεωμένο και δυναμικό. Προσεχώς θα σας δώσουμε αναλυτικά τον χάρτη με τις πιο ενδιαφέρουσες αφίξεις από το θερινό μέτωπο. Πάντως όλα δείχνουν ότι και φέτος η Σαντορίνη, η Μύκονος και η Τήνος θα είναι η αιχμή του δόρατος στη πάλλουσα γευστική σκηνή των Κυκλάδων. Τα μαγειρικά ονόματα που θα συσπειρωθούν σε αυτά τα νησιά δεν είναι ούτε λίγα ούτε ευκαταφρόνητα, για αυτό όσους βγάλει ο δρόμος προς τα εκεί σίγουρα θα ανταμειφτούν από μια ετερόκλητη και πολυποίκιλη γαστρονομική τριανδρία με πληθώρα επιλογών σε πρωτοκλασάτες γευστικές εμπειρίες.
Η υψηλή γαστρονομία έχει βρει στη Σαντορίνη πρόσφορο έδαφος για να εξελιχθεί μέσα από μια συμπυκνωμένη fine dining σκηνή κυρίως εντός των πολυτελών ξενοδοχείων που την υποστηρίζει στο απόλυτο με μια ελευθερία κινήσεων σε εξαιρετικές πρώτες ύλες, μαγειρικά ονόματα με αρκετά γαλόνια στο πέτο κι ένα ξακουστό τοπικό αμπελώνα. Ένα αντίβαρο σε αυτόν το γκουρμέ ράλι των υψηλών ταχυτήτων που έχει φέρει στο ηφαιστειογενές νησί από τον Έκτορα Μποτρίνι (φωτό παρουσίασης) μέχρι και τον Emmanuel Renaut, αποτελεί σταθερά η Μύκονος. Άλλος πλανήτης εκεί. Η λίστα με τα μεγάλα διεθνή ονόματα των brands (Matsuhisa, Coya, Zuma, Beefbar κ.α.) που έχουν εδραιωθεί στο κοσμοπολίτικο νησί ανανεώνεται συνεχώς ανεβάζοντας τις πολυτελείς μετοχές του, ενώ το μεγαλύτερο κομμάτι από τη μερίδα του λέοντος διεκδικούν τα εντυπωσιακά high end beach restaurants. Η υψηλή κουζίνα εκπροσωπείται από ελάχιστους αλλά πολύ αξιόλογους σεφ όπως ο Άγγελος Μπακόπουλος (φωτό επάνω), ο Ντίνος Φωτεινάκης και φέτος ξανά ο Γιώργος Στυλιανουδάκης, ενώ μια άλλη ομάδα ταλαντούχων μαγείρων αποδίδει τη μυκονιάτικη παράδοση με δημιουργικό τρόπο, ενισχύοντας έτσι την παρουσία της σύγχρονης ελληνικής κουζίνας στο νησί.
Η σοφιστικέ και πανέμορφη Τήνος, τώρα, εξελίσσεται σε ένα από τα δυνατότερα φαβορί της γεύσης στις Κυκλάδες, προσελκύοντας πλέον κόσμο και για τα πολύ καλά εστιατόρια της. Πέρυσι η άφιξη του Δημήτρη Κατριβέση (φωτό επάνω) στο νησί με το Thama έκανε μεγάλο ντόρο ανεβάζοντας έτσι κι άλλο τον πήχη τον οποίο ήδη κρατούσε ψηλά η Μαραθιά και το Θαλασσάκι. Ποδαρικό στη σεζόν θα κάνει φέτος και το Kalopsia του Γιώργου Στυλιανουδάκη που θα ανοίξει μετά το Πάσχα στο νησί, ενώ και η bar-lady Μυρσίνη Σπανέλη ετοιμάζει, στο Φαλατάδος, ένα ενδιαφέρον all-day bar restaurant το Suntan.
Πηγαίνοντας, τώρα, στο Ιόνιο τη σημαία της υψηλής ελληνικής γαστρονομίας στη Κέρκυρα θα σηκώσει για ακόμη φορά το Etrusco, στη Ζάκυνθο δε σταμάτα να εξελίσσει την υψηλού επιπέδου γευστική του πρόταση το ξενοδοχείο Lesante Blu, ενώ παρατηρούμε γαστρονομική δυναμική και σε κάποια ακόμη από τα κορυφαία ξενοδοχεία του νησιού που πιστεύουμε πωε φέτος θα εκφραστεί ξεκάθαρα. Πάντως και στην Λευκάδα σαν κάτι να αχνοφαίνεται στο βάθος του τούνελ. Ο ταλαντούχος σεφ Σωτήρης Οικονόμου θα συνεχίσει να τρέχει τόσο το fine εστιατόριο Minaas στο Νυδρί όσο και το ψαροφαγικό alter ego του στη Νικιάνα κι εύχομαι να συμπαρασύρει αρκετούς νέους μάγειρες σε αυτό το δημιουργικό μονοπάτι που θα τονώσει ποιοτικά το νησί.
Μέχρι και πέρυσι αν εξαιρούσε κάποιος το εξαιρετικό Sterna του ειδυλλιακού Kinsterna στη Μονεμβασιά, κάποια από τα concept στο Costa Navarino και ελάχιστες παραδοσιακές ταβέρνες που είχαν κάτι να πουν, η Πελοπόννησος παρά τον γευστικό της πλούτο ήταν ένας από τους φτωχούς συγγενείς στο ελληνικό χάρτη των εστιατορίων. Φέτος όμως θα συναντήσουμε τον Θοδωρή Παπανικολάου στο ξενοδοχείο Petra & Fos, τον Γιάννη Παρίκο στο Costa Navarino και τον βραβευμένο με ένα αστέρι από τον Michelin Guide για το παρισινό του La Table, Bruno Verjus με ένα εστιατόριο ελληνικής κουζίνας στην Μεσσηνία που θα συζητηθεί. Όποτε τα πράγματα αλλάζουν. Αυτό, ναι, λέγεται ούριος άνεμος.
Στη Χαλκιδική έχει την τιμητική της η καλή παραδοσιακή κουζίνα με πρώτη καπετάνισσα την μοναδική Γιώτα Κουφαδάκη στη Μπουκαδούρα, αν και το ότι έχει ισχυροποιήσει τη στρατηγική της θέση ως ένας από τους πιο ανερχόμενους πόλους έλξης για όσους τους ενδιαφέρει το fine dining, το χρωστάει σε κάποια ξενοδοχεία πολύ υψηλού επιπέδου που το ενσωμάτωσαν στη ταυτότητα τους όπως το Sani Resort, το Danai Beach Resort, to Ekies All Senses και το Eagles Palace. Τέλος, η Κρήτη υπήρξε ανέκαθεν ένας τους πιο προικισμένους γαστρονομικούς τόπους της εγχώριας γαστρονομίας, με πασίγνωστα μαγειρικά ονόματα που έχουν παρελάσει κατά καιρούς από εστιατόρια και ξενοδοχεία αφήνοντας μας τις καλύτερες εντυπώσεις. Τα τελευταία χρόνια η εστιατορική σκηνή της αναπτύσσεται ραγδαία με αποτέλεσμα οι ταξιδιώτες που αναζητούν δυνατές γευστικές εμπειρίες είτε σε παραδοσιακά πόστα του νησιού είτε σε πιο σύγχρονα να γίνονται ολοένα και περισσότεροι.
Πηγή: fnl-guide.com