PREVIEW: ΛΙΛΛΥ ΧΑΛΙΚΙΑ

Η Λίλλυ Χαλικιά γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε μεταξύ Αθήνας, Ρεθύμνου και Λευκάδος, από όπου είναι η καταγωγή των γονιών της. Η μητέρα της ήταν καθηγήτρια φιλόλογος και ο πατέρας της έμπορος κρασιού, ένας από τους πιο σπουδαίους της εποχής που διαμόρφωσαν την ελληνική αγορά και τις τάσεις στο κρασί. Από εκείνον κόλλησε το μικρόβιο του κρασιού. Σε ηλικία πέντε ετών, στο οινοποιείο του πατέρα της, και ενώ ακόμα το κρασί ήταν στη δεξαμενή εκείνος της έδωσε να δοκιμάσει βουτώντας την άκρη από το μικρό της δακτυλάκι στο κρασί. «Μυρίζει κεράσι» είπε η μικρή. Κάπως έτσι ξεκίνησε η όλη αγάπη γι’ αυτό.

Απόφοιτος πια του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος, συνέχισε τις σπουδές της στο Τμήμα Οινολογίας και Τεχνολογίας Ποτών στο Τ.Ε.Ι Αθήνας. Εκεί, είχε αξιόλογους καθηγητές όπως τον Γιάννη Παρασκευόπουλο, οινολόγο, παραγωγό και συνιδιοκτήτη της ΓΑΙΑΣ και της Crazy Donkey, τον Παναγιώτη Ταταρίδη, με εξειδίκευση στην οινολογία, τη ζυθοποίηση και την παραγωγή άλλων ποτών και τον Αργύρη Τσακίρη, χημικό και οινολόγο ειδικό στην απόσταξη αλκοολούχων ποτών και στην οργανοληπτική δοκιμασία οίνων.

Παράλληλα με τις σπουδές εργαζόταν στον τομέα του κρασιού, αρχικά στην εταιρεία του πατέρα της, εισαγωγική και εξαγωγική εταιρεία διανομής κρασιού, αργότερα στο παράρτημα της Cava Canava στις πωλήσεις και τέλος ως ταξιθέτρια στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης για να μπορεί να ικανοποιεί την ανάγκη της για επαφή με τις τέχνες και τον πολιτισμό.

Οι σπουδές της ολοκληρώθηκαν με την πρακτική στο Κτήμα Σκούρα στη Νεμέα. Θα την περιέγραφε ως μια από τις πιο σημαντικές εμπειρίες μέχρι τώρα στη ζωής της. Στο Κτήμα Σκούρα βρήκε μια οικογένεια από την οποία διδάχθηκε πολλά για την παραγωγή κρασιού. Ταααυτόχρονα, καλλιέργησε την αγάπη για το αμπέλι, έθρεψε την όρεξη για εργασία, πράγμα καθόλου απλό όταν βρίσκεσαι σε περίοδο τρύγου και τόνισε την υπομονή της για όλες τις δύσκολες και πιεστικές στιγμές. Επιπλέον, είχε την ευκαιρία μέσα από τις ξεναγήσεις και τις γευσιγνωσίες να μεταφέρει σε Έλληνες και ξένους την ιστορία του οινοποιείου και την αγάπη για το κρασί. Ο Γιώργος Σκούρας και η Δήμητρα Τραχανή, δεν κράτησαν κάτι κρυφό για τον εαυτό τους αλλά μέσα από αυτό ήθελαν να δημιουργήσουν ανθρώπους-επαγγελματίες ικανούς να σταθούν στα πόδια τους. Σήμερα, χαίρεται πολύ που υπήρξε συνεργάτιδά τους.

Πολύ σημαντικό ρόλο έχουν παίξει και τα οινικά ταξίδια που έκανε, φέρνοντάς τη πιο κοντά στην πραγματικότητα του κρασιού. Γνωριμία με παραγωγούς, αποσταγματοποιούς, επισκέψεις σε αμπελώνες και οινοποιία, γαστρονομία και ιστορία του κρασιού, διαμορφώνουν μια ακόμα πιο δυνατή σχέση με το κρασί.

Επιστροφή στην Αθήνα, μικρό διάλειμμα από τον κλάδο, επιστροφή στις τέχνες, καθώς εργάστηκε για λίγο στην παραγωγή διαφημιστικών που αν και πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία, της υπενθύμισε για που πραγματικά χτυπάει η καρδιά της . Επιστροφή και στα θρανία ώστε να εμβαθύνει στις τεχνικές γευσιγνωσίας και του κόσμου του κρασιού γενικότερα. WSPC, Κωνσταντίνος Λαζαράκης, Νικος Λουκάκης και τρία επίπεδα σπουδών ήταν αυτό που επιφύλασσε η συνέχεια. Στο σημείο αυτό έρχεται ο αρχικά ξάδερφος και κατόπιν συνεργάτης Άρης Σκλαβενίτης, με τον οποίον είχαν και κοινές σπουδές στην οινολογία, να την κατευθύνει στο χώρο της εστίασης. Εκείνος εργαζόταν ήδη ως sommelier στο Oinoscent. Πρώτη φορά δίσκος στο χέρι για τη Λίλλυ, στο Wine Bistro Vintage.

Εκεί είχε τη χαρά να προτείνει και να σερβίρει κρασί μαζί με άλλους πλέον φίλους και συνεργάτες για περίπου επτά μήνες. Η μεγάλη όμως έκπληξη ήταν όταν της ζήτησαν να εργασθεί στο Oinoscent, το αγαπημένο της μέρος για κρασί, όπου εργάζεται ακόμα πέντε χρόνια αργότερα, το σημείο αναφοράς κάθε οινόφιλου, εκεί που χτυπάει ο ρυθμός του κρασιού. Δάνης, Άρης, Μιχάλης, Γιώργος, μετά Κώστας, Λίλλυ, Ηλίας. Ο Μιχάλης άνοιξε το Materia Prima και τράβηξε τον δικό του δρόμο, ενώ το Oinoscent μεγάλωσε, απλώθηκε, έβαλε κουζίνα. Μαζί με αυτό εξελισσόταν και όλη η ομάδα, με άποψη και γνώσεις πάνω στο κρασί νέα εγχειρήματα και πραγματική δίψα.

Κάπως έτσι ο κόσμος ανταποκρινόταν περισσότερο και όλο πιο θετικά στο wine and dine, ως απαραίτητη προϋπόθεση του να περνάς καλά και να το αναγνωρίζεις, με αποτέλεσμα την ανάγκη για sommelier. Κάπως έτσι μπήκε ο sommelier και στα σπίτια μας, με την προβολή της εκπομπής MasterChef που σε κάθε σεζόν καλούσε έναν ειδικό να μιλήσει για το κρασί. Φέτος, ήταν η δική της σειρά να μεταφέρει και να μεταφράσει όλο αυτό που υπηρετεί καθημερινά στο κοινό.

Με θετικές σκέψεις για το άμεσο μέλλον και σχέδια τα οποία δεν πρέπει να μένουν απραγματοποίητα, επόμενος σταθμός είναι το νησί της Μυκόνου και το πρωτοεμφανιζόμενο στην Ελλάδα Περουβιανό εστιατόριο Coya. Εκεί θα μπορείτε να συναντήσετε τη Λίλλυ και να σας σερβίρει κρασιά μοναδικά, που θα ταιριάζουν με το φαγητό αλλά και όλο το concept αυτής της ethnic εμπειρίας.

Sommelier για εκείνη θα πει να μοιράζεις χαρά, να πηγαίνεις την γευστική εμπειρία κάποιου σε άλλο επίπεδο μέσα σε μία βραδιά ή ακόμα και χτίζοντας σχέσεις εμπιστοσύνης χρόνων. Άλλωστε είναι και αυτό μια μορφή τέχνης.