«ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ: Η ΠΤΩΣΗ», ΚΡΙΤΙΚΗ

Οι αριστοτεχνικά χορογραφημένες σεκάνς δράσης, τα ριψοκίνδυνα stunts που ανεβάζουν την αδρεναλίνη στα ύψη και η διακριτική μαεστρία στη σκηνοθεσία υπόσχονται ένα διασκεδαστικό δυομισάωρο, με τις ευδιάκριτες αδυναμίες να περνούν σε δεύτερη μοίρα.

Η «Επικίνδυνη Αποστολή» (1996), το πνευματικό παιδί του Τομ Κρουζ, 22 χρόνια μετά την κυκλοφορία του έχει εξελιχτεί σε ένα από τα πιο επιτυχημένα και ανθεκτικά franchises, ξεπερνώντας κάθε προσδοκία. Χάρη στην προσαρμοστικότητα και την επιμονή του Αμερικανού σταρ, η σειρά αυξάνει διαρκώς το κοινό και τα έσοδά της φτάνοντας αισίως στην ταινία Νο 6, την «Πτώση», η οποία έρχεται όχι αναίτια συνοδεία διθυράμβων από το εξωτερικό.

Ο Τομ Κρουζ ερμηνεύει τον πράκτορα της IMF Ίθαν Χαντ, ο οποίος αποτυγχάνει παταγωδώς μαζί με τους πιστούς συνεργάτες του Λούθερ και Μπέντζι σε μια αποστολή υψίστης σημασίας. Χάνουν πυρηνικό υλικό, το οποίο βάζει σε θανάσιμο κίνδυνο την ανθρωπότητα αν πέσει σε λάθος χέρια. Πλέον δίνουν μάχη με το χρόνο για να το βρουν προτού φτάσει στην κατοχή μιας αδίστακτης τρομοκρατικής ομάδας. Ταυτόχρονα τον Χαντ παρακολουθεί στενά ένας μυστικοπαθής πράκτορας της CIA, ενώ η παλιά του γνώριμη Ίλσα παίρνει μέρος στην αναζήτηση, εξυπηρετώντας όμως και τη δική της κρυφή ατζέντα.

Το σενάριο στήνεται γύρω από τις αριστοτεχνικά χορογραφημένες σεκάνς δράσης, οι οποίες αγγίζουν υψηλά όρια επικινδυνότητας, ενώ η σχεδόν ολοκληρωτική απουσία ειδικών εφέ μεγιστοποιεί το ρίσκο και ανεβάζει το σασπένς στα ύψη. Είτε στη γη είτε στον αέρα, δεν υπάρχει κάτι που να μην μπορεί να κάνει ο 56χρονος Κρουζ. Ωστόσο, το θάρρος του και μόνο δεν θα αρκούσε χωρίς τη σκηνοθετική ευρηματικότητα του Κρίστοφερ ΜακΚουόρι. Ο Αμερικανός σκηνοθέτης, που επιστρέφει στο franchise μετά την προ τριετίας «Επικίνδυνη Αποστολή: Μυστικό Έθνος», δίνει ώθηση στην ασύλληπτη ενέργεια του Κρουζ με το σφρίγος με το οποίο κινεί την κάμερα, ενώ φροντίζει να αξιοποιήσει στο έπακρον τις δυνατότητες κάθε σκηνής. Όπως όταν επιδεικνύει διακριτική μαεστρία κατά τη διάρκεια μιας καταδίωξης, καθώς αργοσβήνει η μουσική για να δώσει τη θέση της στους βρυχηθμούς των εξατμίσεων και στα τόσο ζωντανά τριξίματα των φρένων, που σχεδόν μυρίζεις την καμένη άσφαλτο…

Τα παραπάνω, βέβαια, δεν καλύπτουν τα τρωτά σημεία της «Πτώσης»: η πλοκή συχνά διακόπτεται από επεξηγηματικές σκηνές, βασικά ως προς την εξέλιξή της προβλήματα λύνονται κατά τη διάρκεια ενός πλάνου, ενώ ένα πρόσωπο από το παρελθόν του Χαντ επιστρέφει βεβιασμένα και καταχρηστικά μέσα στην αφήγηση. Παρ’ όλα αυτά η έκτη «Επικίνδυνη Αποστολή» κερδίζει το στοίχημα μένοντας ειλικρινής απέναντι στο κοινό της, μια και προσφέρει και με το παραπάνω όσα υπόσχεται, αποφεύγει τη σοβαροφάνεια και απολαμβάνει τη δυνατότητα για διασκέδαση που μόνο ο κινηματογράφος μπορεί να προσφέρει.

Πηγή: athinorama.gr